Η οικονομική κρίση με τις παρενέργειές της μας έφερε σε μία στάση ανασυγκρότησης βασικών ηθών και αξιών. Η κοινωνία μας βρίσκεται πια σε μία προσπάθεια επανακαθορισμού της ταυτότητάς της, σε μία υποβρύχια αναζήτηση ενός νέου τρόπου ανασύστασης της ζωής των πολιτών μέσα σε ένα δυσοίωνο αεροστεγές οικονομικό πλαίσιο. Σε μία τέτοια κατάσταση ο καθένας στηρίζεται στην προηγούμενη ταυτότητά του και προσπαθεί να βρει επιπλέουσες λαβές σωτηρίας στις προϋπάρχουσες στάσεις και αντιλήψεις του. Ως τέτοια λέμβος που μοιάζει με σωστικό μέσο λειτουργούν και τα στερεότυπα.
Όταν ο Walter Lippmann το 1922 εισήγαγε τον όρο στερεότυπα, ως μεταφορά από το χώρο των τυπογραφείων, δεν μπορούσε να υπολογίσει πόσο σημαντικό ρόλο θα διαδραμάτιζαν αυτά στην αγκύλωση των ατόμων. Και φυσικά τα στερεότυπα είναι άμεσα συνδεδεμένα με την προκατάληψη ως αρνητική στάση απέναντι σε μια κοινωνικά προσδιορισμένη ομάδα και προς κάθε άτομο που αντιλαμβάνεται ότι είναι μέλος αυτής της ομάδας (Ashmore, 1970) και θα εξελίσσονται σε μία συμπεριφορική διάκριση άνισης αντιμετώπισης ή μεταχείρισης ατόμων ή ομάδων βάσει της φυσικής ή κοινωνικής τους κατηγοριακής υπαγωγής (Χαντζή, 2000).
Σήμερα πια σε μία διαρκή -προς τα κάτω- κοινωνική κινητικότητα και υπό ψυχολογικό καθεστώς διαρκούς κατάθλιψης, χρησιμοποιούμε τα στερεότυπα ως μηχανισμούς άμυνας. Μετατρέπονται σε θεμελιώδεις βάσεις κατανόησης των εξελίξεων σε μία προσπάθεια ερμηνείας και επιστροφής στην αναγνωρισμένη ατομική και συλλογική ταυτότητα που τίθεται υπό αμφισβήτηση.
Τα στερεότυπα έτσι όμως εξελίσσονται από ατομική -κατά Lippmann- εικόνα στο κεφάλι μας ή ατομικό χάρτη της κοινωνίας, σε κοινωνικό κανόνα. Γίνονται μία παγίδα εδραίωσης του νέου κοινωνικού μετασχηματισμού, ένας ύφαλος στον επανακαθορισμό των αξιών. Και εδώ ακριβώς γίνεται φανερός ο ρόλος των φορέων μαζοποίησης. Οι δημοσιογραφικές “αποκαλύψεις” και η πολιτικά διαπλεκόμενη σκοπιμότητα καθορίζουν κομβικά τη διατήρηση των στερεοτύπων ή την εναλλαγή τους.
Αξίζει όμως να σημειώσουμε ότι τα στερεότυπα συνδέονται άμεσα με την κομφορμιστική αντίληψη που έχουμε για τους άλλους και τη φενάκη ελευθερίας που διατηρούμε για τον εαυτό μας. Τα στερεότυπα δεν επιτρέπουν την εξατομικευμένη εξέταση του κοινωνικού περίγυρου, αλλά επιδίδουν συλλήβδην μια ταυτότητα που διακρίνει τα άτομα με χαρακτηριστικά που ο αυτοεπιβεβαιούμενος προσδιορισμός ορίζει εκ των προτέρων. Και καθώς μετατρέπονται στον αντικατοπτρισμό μια διαομαδικής φύσης, αποκτούν τέτοια ψυχολογική και κοινωνική εγκυρότητα που δεν καθίσταται δυνατό να αντιστοιχηθούν με μία αντικειμενική πραγματικότητα.
Παράλληλα, το σχολείο με τον κομφορμιστικό τρόπο λειτουργίας του επιβάλλει στο μαθητή να εξετάζει τα πάντα μέσα από το πρίσμα της ομαδοποίησης και να αντιλαμβάνεται τον κόσμο όχι ως διάθλαση ατόμων, αλλά σαν ένα στερεά δομημένο κινούμενο αντικείμενο. Μαθαίνει με τρόπο βιωματικό από νεαρή ηλικία ότι η κοινωνία δεν αποτελεί μια αλυσίδα αλλά μία ρευστή διασπώμενη σε ομάδες μάζα.
Και αυτή η πεποίθηση μέσα από τα οικογενειακά βιώματα και τις κοινωνικές προβολές μετατρέπεται σε μία γενίκευση που αποδίδεται στα άλλα μέλη της ανθρώπινης ομάδας. Γεννά μία στατική αναπαράσταση ως εγγραμμένη συνειδησιακά γνωστική κατασκευή που οργανώνει τη στάση του βάσει των κανόνων που τούτη του επιβάλλει.
Το εκπαιδευτικό σύστημα ως θεσμός μιας δομημένης ταξικής κοινωνίας με κύριο στόχο την αναπαραγωγή των υφιστάμενων κυριαρχικών σχέσεων και τη διατήρηση των βασικών κοινωνικών ηθών, στηρίζει τα στερεότυπα περισσότερο μέσω της λειτουργίας του παρά ως διδακτικό αντικείμενο. Τα μεταλαμπαδεύει ως ιδεολογικές αναπαραστάσεις ώστε να δικαιώνει και να νομιμοποιεί τις σχέσεις εξουσίας και την κοινωνική διαστρωμάτωση.
Το σχολείο, άλλωστε, διαμορφώνει τις αναπαραστάσεις των παιδιών για το διαφορετικό μέσα από την κοινωνικοποιητική διαδικασία (κοινωνικές προβολές, σχέσεις εξουσίας μέσα και έξω από το σχολείο που μαθαίνουν να αποδέχονται άκριτα, προβολές κοινωνικές σχέσεων) και την επαφή με άλλα παιδιά, από τις στάσεις του δασκάλου και του οικογενειακού κοινωνικού περίγυρου και από το φανερό ή κρυφό αναλυτικό πρόγραμμα.
Ένα σχολείο όμως το οποίο θα λειτουργούσε εξατομικευμένα ως προς τις ανάγκες του μαθητή και θα επέτρεψε αξιολογώντας θετικά -πέραν της βαθμολογικής θήρας- κάθε ελεύθερη πρωτοβουλία των μαθητών, αυτομάτως θα λειτουργούσε τεκτονικός σεισμός στα ψυχολογικά και κοινωνικά θεμέλια των στερεοτύπων. Θα λειτουργούσε ως πλημμυρίδα στον ίδιο τον κομφορισμό.
Ένα μαθητοκεντρικό σχολείο που καλλιεργεί μέσα από τον ισότιμο διάλογο την κριτική σκέψη μετατρέπεται σε τσουνάμι που συμπαρασύρει κάθε λογική στερεοτυπικών διαχωρισμών. Ο διάλογος μεταξύ μαθητών σε ένα μάθημα που απέχει από το «κυνήγι της ύλης» αγγίζει την ουσία της δημοκρατικής αντίληψης: το σεβασμό και τη συνεργασία/συλλογικότητα. Γιατί τελικά μέσα από την ανάπτυξη σεβασμού προς τα άτομα (σε αντίθεση με την προκατασκευασμένη αντίληψη) και τη συνεργασία, καταπολεμείται η ίδια η διεργασία της αυτοεκπληρούμενης προσδοκίας που καλλιεργούν τα στερεότυπα.
Η διαφορετικότητα όμως είναι μία φυσική επιλογή διαιώνισης των ειδών. Είναι μία άμυνα της φύσης απέναντι στη θνησιμότητα και τη στασιμότητα που οδηγεί επίσης τελικά στο θάνατο. Η αντίληψη ότι η διαφορετικότητα αποτελεί με τρόπο δαρβινικό φυσική επιλογή, αποτελεί το ύψιστο χρέος των εκπαιδευτικών και ενός εκπαιδευτικού συστήματος που θέλει να καλλιεργήσει δημοκρατικές αξίες στη νέα γενιά, που επιθυμεί συνειδητά να διδάξει την αμφισβήτηση των υφιστάμενων αντιλήψεων και το σεβασμό στο συνάνθρωπο.
Πηγή: Δήμος Χλωπτσιούδης . Ανακτήθηκε στις 7/2/2014 από http://www.schooltime.gr/2013/10/31/to-sxoleio-nauagos-sth-thalassa-ton-stereotipon/#.UvUjhWJ_tUs
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου